Δευτέρα 13 Σεπτεμβρίου 2010

Τελικά, ο Βολταίρος κάπνιζε;

Σας έχω πει πόσο μου αρέσει να γράφω κλισέ και φοβερές ρήσεις διάσημων αντρών, έτσι; Λοιπόν, μία από τις αγαπημένες μου είναι αυτή που είχε πει ο Βολταίρος, αν δεν απατώμαι (αν απατώμαι, παρακαλώ, να διαλύσετε την πλάνη μου): δε συμφωνώ με όσα λες, αλλά θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να τα λες. Την έχω παραφράσει ελαφρώς και συνήθιζα να λέω ότι δεν καπνίζω, αλλά θα υπερασπιστώ το δικαίωμά σου να καπνίζεις( καλά, όχι μέχρι θανάτου, δεν είμαι δα κι ο Βολταίρος).
Και γράφω συνήθιζα, διότι σιγά σιγά αλλάζω γνώμη επί του συγκεκριμένου δικαιώματος.
Με αφορμή την καθολική, λέει, και δίχως παραθυράκια, λέει, απαγόρευση του καπνίσματος σε δημόσιους χώρους (που φαντάζομαι έχετε υπόψη σας, από 1 Σεπτεμβρίου) και μετά από την παρακολούθηση εκατοντάδων παθιασμένων συζητήσεων μεταξύ καπνιστών και μη, σκληροπυρηνικών και μετριοπαθών, κάθησα κι εγώ και σκέφτηκα ποια είναι στ’ αλήθεια η άποψή μου για το συγκεκριμένο ζήτημα. Όχι ότι σας ενδιαφέρει και πάρα πολύ, αλλά αυτό είναι το καλό με το blog: γράφεις ό, τι θέλεις, τον πόνο σου, τις απόψεις σου, ποιήματα, ανέκδοτα και άμα σε διαβάσει κανείς, καλώς, αλλιώς, τουλάχιστον τα είπες και ξέσπασες.
Ας είμαι ειλικρινής: πολύ μου άρεσε, ρε παιδιά, αυτή η απαγόρευση. Ναι, ξέρω, τραγικό να το λέω, ότι μου αρέσει μια απαγόρευση ( απαγορεύεται το απαγορεύεται, αυτό δεν θυμάμαι ή μπορεί και να μην ξέρω ποιος το έχει πει), οι απαγορεύσεις είναι κακό πράγμα, φασιστικό, ολοκληρωτικό κι όλα αυτά τα δαιμονισμένα, αλλά δείτε πως έχει το θέμα: εγώ δεν καπνίζω, ωραία; Παρόλαυτα, πολλοί από τους φίλους μου καπνίζουν. Επίσης, οι γονείς μου κάπνιζαν αρειμανίως σε όλα μου τα παιδικά χρόνια (όταν με έστελνε η μαμά μου να της πάρω τσιγάρα, εγώ της τα έπαιρνα μεν αλλά μετά τα έριχνα στην τουαλέτα και τραβούσα το καζανάκι, απαίσιο;). Επίσης, κάπνιζε η παλιά μου συγκάτοικος: μύριζαν οι πυτζάμες μου (σιχαμένο), μύριζε το σπίτι, κιτρίνιζαν οι κουρτίνες, μύριζε μέχρι και η γάτα, ρε παιδιά, στο θεό σας.
Ως εκ τούτου, εγώ μονίμως μύριζα, μυρίζω και θα μυρίζω, μου φαίνεται, μέχρι να πεθάνω, τσιγαρίλα, μολονότι δεν καπνίζω ούτε κάπνισα ποτέ στη ζωή μου ολόκληρη. Ανήκω, δηλαδή, σε μια μειοψηφία παραμελημένη και αγνοημένη, όπως γίνεται, άλλωστε, συνήθως με τις μειοψηφίες.
Επίσης, αφάνταστα με εκνευρίζει που όταν βγαίνω έξω να πιω ένα ποτό ή έναν καφέ (ναι, ακόμα και οι μη καπνιστές πίνουν καφέδες και ποτά, φοβερό;), πάλι μυρίζω, όχι απλώς μυρίζω, ποτίζουν τα πάντα, τσιγαρίλα. Από τα μαλλιά, φρεσκολουσμένα ενίοτε, μέχρι τα εσώρουχα, φρεσκοπλυμένα πάντα. Δεν έχω χειρότερο. Ας πούμε, όμως, ότι ανέχεσαι τη μυρωδιά κι ότι βγαίνεις μονίμως άλουστη, ώστε να λουστείς μία και καλή την άλλη μέρα (εντάξει, τα εσώρουχα τα ξαναπλένεις, μην αρχίσετε αμέσως τις αηδίες). Το μαυρισμένο πνεύμονα πως τον ανέχεσαι; Το να τρως με τον καπνό μέσα στη μούρη σου πως το ανέχεσαι; Πως ανέχεσαι, εν ολίγοις, την αγένεια και την αναισθησία του καπνιστή, ο οποίος, εντάξει, αυτός καταστρέφεται, τι να κάνουμε τώρα, ο καθένας κάνει ό, τι θέλει, αλλά εσένα σε ενοχλεί μέχρι ανθρωποκτονίας και σου μαυρίζει και τα δικά σου τα πνευμόνια;
Όταν πρωτοξεκίνησε το θέμα με την απαγόρευση του καπνίσματος, ήμουν ενάντια, διότι έλεγα, η αφελεστάτη, ότι η προσπάθεια να μην ενοχλείς το διπλανό σου με τη συνήθειά σου ή η προσπάθεια να είσαι υγιής πρέπει να είναι αποτέλεσμα παιδείας και όχι εξαναγκασμού ή νόμου. Τρίχες. Ο κόσμος έχει φτιαχτεί για τους καπνιστές, τους δεξιόχειρες και τα αυτοκίνητα. Οι υπόλοιποι στον Καιάδα, να φύγετε, να πάτε αλλού. Ελαχιστότατοι καπνιστές, ακόμα και φίλοι μου, καλά δεν το συζητάω για τους αγνώστους, προσπαθούν στ’ αλήθεια να μη με ενοχλούν με τον καπνό τους. Καμία παιδεία και κανένας σεβασμός. Εγώ καπνίζω όπου και όποτε γουστάρω, διότι είμαστε ελεύθερη χώρα και είμαι ελεύθερος άνθρωπος και δεν θα με περιορίσεις εσύ κι ούτε θα μου πεις τι και αν θα το κάνω. Σύμφωνοι.
Πόσο ελεύθερος, όμως, είμαι εγώ, φίλε μου καπνιστή, ο μη καπνιστής; Το ξέρετε, φαντάζομαι, ότι υπάρχουν άνθρωποι που αποφεύγουν καφετέριες και μπαρ που τους αρέσουν επειδή έχει πολύ καπνό. Αυτό είναι ελευθερία, άραγε; Ή μήπως είναι ελευθερία να μη μπορείς να προστατευτείς από τη μαυρίλα στα μέσα σου; Διότι και ο παθητικός καπνιστής, αποδεδειγμένα, μπορεί κάποτε να υποφέρει από τις αρρώστιες του καπνιστή: βήχα, δύσπνοια, πισσαρισμένα πνευμόνια.
Εξανίστανται, λοιπόν, όλοι για τον καινούργιο νόμο και ωρύονται για την παραβίαση των δικαιωμάτων (υπερβολικό) και απειλούν ότι αυτοί θα καπνίζουν όπως και πριν και σιγά να μην πληρώσουν κανένα πρόστιμο. Το θέμα, όμως, δεν είναι τα πρόστιμα (αν και 500 ευρώ δεν είναι αμελητέο θέμα, έτσι;). Το θέμα είναι ότι εκλείπει από το μέσο άνθρωπο η στοιχειώδης ευγένεια και ο στοιχειώδης σεβασμός για τον διπλανό, που διόλου δεν είναι ζήτημα μόρφωσης ή κοινωνικής τάξης ή εκπαίδευσης, είναι ζήτημα ανθρωπιάς. Κι όταν εκλείπουν τα στοιχειώδη και αναγκαζόμαστε να φτιάχνουμε νόμους για να τα φέρουμε πίσω υποχρεωτικά, τότε αυτό ακριβώς είναι το ανησυχητικό και το ολοκληρωτικό και το φασιστικό. Οπότε, μάλλον στο χέρι μας είναι να τα αποφύγουμε αυτά όλα, αρκεί να σκεφτόμαστε λίγο και τον άλλον, ε;

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Ελπίζω οι καπνιστές φίλοι μου να μη με παρεξηγήσουν...

Αερικό είπε...

Α γεια σου!